Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.015s
καλαισθησία — bom gosto - καλαίσθητα — com bom gosto - γούστο, διάκριση, εκτίμηση, επιλεκτικότητα, προτίμηση, σεβασμός — apreciação, gosto, sabor[Dérivé]
γούστο, διάκριση, εκτίμηση, επιλεκτικότητα, προτίμηση, σεβασμός — apreciação, gosto, sabor - καλαισθησία — bom gosto[Dérivé]
καλαίσθητος — artístico, estético - understated, unostentatious, unpretentious (en)[Similaire]
ακαλαίσθητος, κακόγουστος — insípido[Ant.]
bom gosto de (adj.) • καλαίσθητος (adj.) • καλόγουστος (adj.)
-