Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.0s
giving (en) - δώρημα, δώρο, προσφορά - δωρητής - δωρεά[Dérivé]
προικίζω - διανέμω, μοιράζω, προσφέρω, σερβίρω - χαρίζω - βγάζω σε λοταρία, τραβώ κλήρο - δίνω φιλοδώρημα - αναθέτω, αφήνω, αφήνω κληρονομιά, δίδω, δίνω, δώνω, εμπιστεύομαι, κληροδοτώ - εγκαταλείπω, καταθέτω τα όπλα, παραδίδω, παραδίνω - entregar (pt) - τρατάρω - δωρίζω - oferecer (pt) - apresentar, dar, entregar (pt) - împărţi (ro)[Spéc.]
giving (en) - δώρημα, δώρο, προσφορά - δωρητής - δωρεά[Dérivé]
-