» 

dicionario analógico

επανδρώνω, στελεχώνωservir - drench (en) - ευωχώ, συμποσιάζω, τέρπωdeliciar, deliciar-se, oferecer, regalar, regalar-se, regalar-se com - board (en) - σιτίζω, ταΐζω, τροφοδοτώalimentar - θρέφωalimentar - αρχίζω το σερβίρισμα, εξυπηρετώ, παραθέτω, προσφέρω, σερβίρωatender, dar, servir - αναλαμβάνω την τροφοδοσίαabastecer - μαστροπεύωalcovitar - σερβίρωajudar, servir - alimentar, prover de energia - alimentar - alcovitar - underlay (en) - εκπληρώνω, πραγματοποιώcumprir, reunir-se, satifazer, suprir - montar a cavalo - κατακλύζωborrifar, sufocar - εξυπηρετώagradar, colmar, satisfazer - βοηθώ στην ανάπτυξη, ζω, συντηρώ, τρέφω, φροντίζωalimentar, nutrir - fix up (en) - gutter (en) - επανδρώνω, στελεχώνωguarnecer - wine (en)[Spéc.]

εφοδιασμός, παροχήabastecimento, fornecimento, provisão - εστιάτορασ, προμηθευτήσ, προμηθευτήσ τροφίμων, τροφοδότηςfornecedor - κουβα, κουβαλητής, το πρόσωπο που κερδίζει χρήματα στην οικογένειαsustento - απόθεμα, προμήθεια, προμήθειεςfornecimento, provisOes, reserva[Dérivé]

atender (v.) • encher de (v.) • servir (v.) • παρέχω (v.) • παρέχω τα απαραίτητα (v.) • προσφέρω φορτικά (v.) • στουμπώνω (v.)

-