Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.016s
εκλογή, επιλογή, τι επιθυμώ, ό — escolha, opção - διαλογή, εκλογή, επιλογή — eleição, escolha, selecção - αφρόκρεμα, το καλύτερο — alta sociedade, creme, grã-finagem, mundo, nata - πρόσωπο που επιλέγει π.χ. τους αθλητές μιας ομάδας — seleccionador[Dérivé]
hand-pick (en)[Spéc.]
εκλογή, επιλογή, τι επιθυμώ, ό — escolha, opção - διαλογή, εκλογή, επιλογή — eleição, escolha, selecção - αφρόκρεμα, το καλύτερο — alta sociedade, creme, grã-finagem, mundo, nata - πρόσωπο που επιλέγει π.χ. τους αθλητές μιας ομάδας — seleccionador[Dérivé]
selecionar • διαλέγω (v.) • επιλέγω (v.) • ξεδιαλέγω (v.)
-