Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.0s
factotum (en)[Domaine]
Substituting (en)[Domaine]
renovar — ανανανεώνω, ξαναρχίζω[Hyper.]
substituto — αλλαγή, αντικατάσταση - substituto — αντικατάσταση, αντικαταστάτης - αντικατάσταση, αντιμετάθεση, αντιμεταλλαγή, υποκατάσταση - substituto[Dérivé]
converter, mudar, substituir, trocar, trocar de roupa — αλλάζω ρούχα, αλλάσσω, ανταλλάσσω, μεταμορφώνομαι, μεταμορφώνω, μετατρέπω - mudar - novate (en)[Spéc.]
substituto — αλλαγή, αντικατάσταση - substituto — αντικατάσταση, αντικαταστάτης - αντικατάσταση, αντιμετάθεση, αντιμεταλλαγή, υποκατάσταση - substituto[Dérivé]
sobrepor, substituir, suplantar — μένω[Domaine]
substituir (v.) • αντικαθιστώ (v.)
-