» 

dicionario analógico

corpus mamillare, mamillary body, mammillary body (en) - γάγγλιο - αντανακλαστικό τόξο - νευρικό κέντρο - εγκεφαλικό ημισφαίριο - piriform area, piriform lobe, pyriform area, pyriform lobe (en) - οσφρητικός βολβός - εγκέφαλος, μυαλό - νεοεγκέφαλος - palaeencephalon, paleencephalon, paleoencephalon (en) - παρεγκεφαλίδα - cerebellar hemisphere (en) - vermis, vermis cerebelli (en) - paleocerebellum (en) - εγκεφαλικός φλοιός - geniculate body (en) - εγκέφαλος - προμήκης μυελός - πρόσθιος εγκέφαλος - έλικας ιππόκαμπου, ιππόκαμπος εγκεφάλου - Giro do cíngulo (pt) - τελεγκέφαλος, τελικός εγκέφαλος - διάμεσος εγκέφαλος, διεγκέφαλος - κέντρο αισθημάτων εγκεφάλου, κέντρο κίνησης εγκεφάλου, μεταιχμιακό σύστημα εγκεφάλου - subtálamo (pt) - θάλαμος εγκεφάλου - υποθάλαμος - also accented as mesegkéfalos, μέσος εγκέφαλος, μεσεγκέφαλος - Substância negra (pt) - πίσω τμήμα εγκεφάλου, ρομβεγκέφαλος - μυελεγκέφαλος - γέφυρα, ουαρόλειος γέφυρα - Tronco Cerebral (pt) - πυρήνας εγκεφάλου, πυρήνας νωτιαίου μυελού - radiation (en) - νωτιαίος μυελός, χορδή - ακούσιο νευρικό σύστημα, αυτόνομο νευρικό σύστημα, φυτικό νευρικό σύστημα[Spéc.]

νευρική δομή (n.)

-