Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.016s
factotum (en)[Domaine]
SubjectiveAssessmentAttribute (en)[Domaine]
pouvoir, puissance — δυναμικότητα, δύναμη, εξουσία, ισχύς[Hyper.]
efficace — αποτελεσματικός, επιδέξιος, ικανός - efficace — αποδοτικός, αποτελεσματικός, δραστικός, εντυπωσιακός, τελεσφόρος - ineffectif, inefficace — άκαρπος, ανίκανος, αναποτελεσματικός, ανεπαρκής, ατελέσφορος, μη αποδοτικός - efficace[Dérivé]
δηκτικότητα, οξύτησ, οξύτητα - efficacité, efficience — αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, δύναμη, ικανότητα[Spéc.]
efficace — αποδοτικός, αποτελεσματικός, δραστικός, εντυπωσιακός, τελεσφόρος - ineffectif, inefficace — άκαρπος, ανίκανος, αναποτελεσματικός, ανεπαρκής, ατελέσφορος, μη αποδοτικός[Dériv.]
inefficacité — αναποτελεσματικότητα, ανεπάρκεια[Ant.]
efficacité (n.f.) • δραστικότητα (n.) • δύναμη (n.)
-