Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.031s
petite - grande qté (fr)[ClasseHyper.]
número, quantidade[Hyper.]
ελέγχω, περιορίζω, συγκρατώ — controlar - αθροίζω — calcular, computar - απαριθμώ, τοποθετώ σε κατάλογο — fazer uma lista - απαριθμώ, αποκλείω, αριθμώ συνολικά, δεν συμπεριλαμβάνω, λογαριάζω, περιλαμβάνω, πιστώνω, συγκαταλέγω, υπολογίζω, χρεώνω — contar, totalizar - αριθμώ — numerar - αθροίζω, ανέρχομαι, ανέρχομαι σε, γίνομαι, ισοδυναμώ — adicionar, ficar por, montar a, significar, somar[Dérivé]
πολυάριθμο — multiplicidade - γενίκευση, διάδοση, υπεροχή — predominância, preponderância - countlessness, innumerableness (en) - οι περισσότεροι, πιο πολύ, πλειονότητα, πλειοψηφία, το μεγαλύτερο μέρος, το μεγαλύτερο μέρος από κτ. — a maioria, a maior parte, a maior parte de, ascendência, maioria, maioridade, maior parte, mais que todos, mais que tudo, o mais - μειονότητα, μειοψηφία — menoridade, minoria, minorias - ολιγότησ, ολιγότητα — raridade - roundness (en)[Spéc.]
ελέγχω, περιορίζω, συγκρατώ — controlar - αθροίζω — calcular, computar - απαριθμώ, τοποθετώ σε κατάλογο — fazer uma lista - απαριθμώ, αποκλείω, αριθμώ συνολικά, δεν συμπεριλαμβάνω, λογαριάζω, περιλαμβάνω, πιστώνω, συγκαταλέγω, υπολογίζω, χρεώνω — contar, totalizar - αριθμώ — numerar - αθροίζω, ανέρχομαι, ανέρχομαι σε, γίνομαι, ισοδυναμώ — adicionar, ficar por, montar a, significar, somar[Dérivé]
quantidade (n.) • ποσότητα (n.)
-