Conteùdo de sensagent
Últimas investigações no dicionário :
calculado em 0.0s
ακαλαισθησία, ακομψία, απειροκαλία, αφιλοκαλία, κακογουστιά — deselegância[Hyper.]
ακαλαίσθητος, κακόγουστος — insípido[Dérivé]
καλαισθησία — bom gosto[Ant.]
φτήνια — vulgaridade - επιδεικτικότησ, επιδεικτικότητα, κακογουστιά — extravagância[Spéc.]
ακαλαίσθητος, κακόγουστος — insípido[Dérivé]
καλαισθησία — bom gosto[Ant.]
mau gosto (n.) • έλλειψη γεύσης (n.) • ακαλαισθησία (n.)
-